- Πρόσωπο
- Φουρτουνιάδης, Γεώργιος (1798-1881) [Official Name] (Ελληνική) | Fourtouniadis, Georgios (1798-1881) [Official Name]
- Άνδρας
- 1 Φεβρουαρίου 1798
- Κωνσταντινούπολη
- 8 Μαίου 1881
- Κωνσταντινούπολη
- Αγγλικά
- Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως (1835 - 1871) [1835-1840 (1η θητεία) - 1867-1871 (2η θητεία)]
-
- Q2661123 ⟶ Q2661123
-
-
Ο Γρηγόριος ΣΤ΄ (κατά κόσμον Γεώργιος Φουρτουνιάδης, 1 Μαρτίου 1798 - 8 Ιουνίου 1881) ήταν Οικουμενικός Πατριάρχης.
Γεννήθηκε την 1η Μαρτίου του 1798 στο χωριό Φαναράκι (σήμερα Ρούμελη Φενέρι) του Βοσπόρου. Το 1815 χειροτονήθηκε διάκονος της Μητρόπολης Δέρκων, παίρνοντας το όνομα Γρηγόριος. Στις 24 Σεπτεμβρίου 1824 ορίστηκε μέγας αρχιδιάκονος του Πατριαρχείου από τον Πατριάρχη Χρύσανθο και το 1825 χειροτονήθηκε διαδοχικά μέγας πρωτοσύγκελος και κατόπιν Μητροπολίτης Πελαγονίας. Τον Αύγουστο του 1833 εξελέγη Μητροπολίτης Σερρών. Κατόπιν σφοδρών συζητήσεων και αντεγκλήσεων και με την υποστήριξη συντεχνιών[1] εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης στις 26 Σεπτεμβρίου του 1835.
Ήταν εξαιρετικά ηθικός και ευλαβής, αλλά επίμονος στις ιδέες του. Εξέδωσε κανονικές διατάξεις που αφορούσαν τον γάμο (συνοικέσια, προίκα), την εκπαίδευση των μοναχών και δογματικές διαφορές με την Καθολική Εκκλησία και τους Διαμαρτυρομένους. Απαγόρευσε τον ενταφιασμό εντός ναών και καταδίκασε τη μετάφραση της Αγίας Γραφής σε απλούστερη μορφή γλώσσας. Στις 19 Δεκεμβρίου 1839 εξέδωσε Πατριαρχική και Συνοδική εγκύκλιο («Περί της νεωστί αναφανείσης αντιχρίστου διδασκαλίας του Θεοσεβισμού») εναντίον του Θεόφιλου Καΐρη και της διδασκαλίας του.
Επαύθη από το Σουλτάνο Αμπντούλ Μετζίτ Α΄ στις 20 Φεβρουαρίου 1840 και αποσύρθηκε στο σπίτι του στο Μέγα Ρεύμα. Επανεξελέγη 27 έτη αργότερα, μετά την παραίτηση του Πατριάρχη Σωφρονίου, στις 10 Φεβρουαρίου 1867 και παραιτήθηκε στις 10 Ιουνίου 1871. Πέθανε στις 8 Ιουνίου 1881. Ετάφη στο προαύλιο του Ιερού Ναού των Ασωμάτων (Παμμεγίστων Ταξιαρχών) στο Μέγα Ρεύμα και το 1906 έγινε ανακομιδή των οστών του.
⟶ Wikipedia
-