ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΙΑΣ ΜΕΘΟΔΟΥ ΠΡΟΓΝΩΣΗΣ ΣΕΙΣΜΩΝ

EVALUATION OF THE SUCCESS OF EARTHQUAKE PREDICTIONS BEYONG CHANCE (Αγγλική)

  1. Ψηφιακό τεκμήριο (Άρθρο Πρακτικών)
  2. Άρθρα πρακτικών
  3. Αγγλικά
  4. Πολυγιαννάκης Ι Μ | Ευταξίας Κ | Βαλλιανάτος Φ
  5. 1993
  6. 287-305
    • In the present paper we show that Mulargia and Gasperini's procedure : (i) violates general principles to such an extent that it "rejects" and results even of an ideally perfect earthquake prediction method, (ii) it leads to the paradox that the predictions can be more safely ascribed to chance when the ideal prediction method achieves a larger number of excellent predictions (although isolated in time and space), (iii) when applied to an ideally perfect eartquake prediction method it can lead to the wrong conclusion that the true precursors are "post-seismic effects", (iv) exactly for the same set of ideally perfect predictions (issued above a certain magnitude threshold) one can extract contradictory conclusions, i.e. that they either can be ascribed to chance or far beyond chance by just selecting different magnitude thresholds for the earthquakes. This lack of self-consistency is mainly due to the following two facts : a) Mulargia and Gasperini do not select for their study a common magnitude range for the earthquakes and predictions but they take different magnitude threshold for these two sets of experimental data and b) they use Poisson distribution when both mainshocks and (large number of) aftershocks are involved in the calculation. Furthermore in the specific application of the MG-procedure to the SES predictions, Mulargia and Gasperini, expect of the oforennentioned points, also confused various kinds of electrical precursors that have different lead-times.
    • Στη μελέτη αυτή αποδεικνύεται ότι η ανάλυση δείγματος προγνώσεων σεισμών που διενεργήθηκε από τους Mulargia και Gasperini: 1) παραβιάζει γενικές αρχές σε τέτοιο βαθμό ώστε να απορρίπτονται ακόμη και τα αποτελέσματα μιας ιδανικώς τελείας μεθόδου προγνώσεως σεισμών, 2) οδηγεί στο παράδοξο ότι οι προγνώσεις μπορούν να αποδοθούν στην τύχη διαρκώς σε μεγαλύτερο βαθμό, όσον ο αριθμός των επιτυχιών της ιδανικώς τελείας μεθόδου αυξάνεται (καίτοι απομονωμένες σε χρόνο και χώρο), 3) οδηγεί στο εσφαλμένο συμπέρασμα ότι πραγματικά πρόδρομα σήματα είναι μετασεισμικά φαινόμενα ακόμη και όταν εφαρμόζονται σε ιδανικώς τελεία μέθοδο και 4) επιτρέπει την εξαγωγή αντιφατικών συμπερασμάτων για το ίδιο δείγμα ιδανικώς ορθών προγνώσεων (εφ' όσον περιορίζονται σε σεισμούς πέραν δεδομένου κατωφλίου) ώστε να μπορούν να αποδοθούν στην τύχη ή όχι δι' εκλογής διαφόρων κατωφλίων μεγέθους. Αυτή η έλλειψη αυτοσυνέπειας οφείλεται στα εξής δύο γεγονότα: α) Οι Mulagria και Gasperini αντί να επιλέξουν για την μελέτη τους μία περιοχή μεγεθών κοινή για σεισμούς και προγνώσεις χρησιμοποίησαν διαφορετικά κατώφλια για τις δύο σειρές πειραματικών δεδομένων και β) χρησιμοποιούν κατανομή Poisson προκειμένου για κύριους σεισμούς και πολλαπλούς μετασεισμούς. Πέραν αυτών, στην εφαρμογή της διεργασίας στις προγνώσεις οι M. G. συγχέουν τα διάφορα είδη ηλεκτρικών προδρόμων σημάτων, τα οποία έχουν διαφορετικούς προδρόμους χρόνους.